Πλησίαζαν τα γενέθλια του Δημητράκη και σκέφτηκε ότι ήταν μια καλή ευκαιρία να πει στη μαμά του τι δώρο ήθελε.


- Μαμά, είπε ο μικρός Δημητράκης, θέλω ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.

Ο μικρός Δημητράκης ήταν ένας μεγάλος φασαρτζής. Και στο σχολείο και στο σπίτι όλο μπελάδες δημιουργούσε. Έτσι λοιπόν η μαμά του τον ρώτησε αν πιστεύει ότι δικαιούται το δώρο.

- Φυσικά! είπε ο μικρός.

Η μαμά του, ήθελε να βάλει τον γιο της να σκεφτεί τη συμπεριφορά του όλο τον χρόνο που είχε περάσει. Έτσι, του είπε να πάει στο δωμάτιό του και να σκεφτεί πως φέρθηκε όλους τους μήνες, από τα προηγούμενα γενέθλιά του. “Και μετά”, του είπε, ” γράψε ένα γράμμα στον Θεούλη και εξήγησε γιατί σου αξίζει το ποδήλατο!”

Έτσι, ο μικρός Δημητράκης πήγε στο δωμάτιό του και άρχισε να γράφει:

- ΓΡΑΜΜΑ ΠΡΩΤΟ -

“Αγαπητέ Θεούλη,

Ήμουν πολύ καλό παιδί φέτος και θα θελα ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου. Το προτιμώ κόκκινο.

Ο φίλος σου, Δημητράκης”

Ο Δημητράκης όμως, ήξερε ότι αυτά που έγραψε δεν ήταν αλήθεια. Δεν ήταν και τόσο καλό παιδί.

Έτσι, έσκισε το πρώτο γράμμα και ξανάρχισε:

- ΓΡΑΜΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ -

“Αγαπητέ Θεούλη,

Είμαι ο φίλος σου, ο Δημητράκης. Ήμουν καλό παιδί φέτος και θα θελα ένα κόκκινο ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.

Σε ευχαριστώ,

Ο φίλος σου, Δημητράκης”

Ήξερε όμως ότι ούτε αυτό ήταν αλήθεια. Έτσι, έσκισε κι αυτό το γράμμα και άρχισε ξανά:

- ΓΡΑΜΜΑ ΤΡΙΤΟ -

“Αγαπητέ Θεούλη,

Ήμουν εντάξει τη χρονιά που πέρασε. Θα ήθελα ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.

Δημητράκης”

Ο Δημητράκης ήξερε ότι ούτε αυτό το γράμμα μπορούσε να το στείλει στο Θεό. Έτσι έγραψε το…

- ΤΕΤΑΡΤΟ ΓΡΑΜΜΑ -

“Θεέ,

Ξέρω ότι δεν ήμουν καλό παιδί φέτος. Λυπάμαι πραγματικά. Θα γίνω καλό παιδί όμως αν μου στείλεις ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου. Σε παρακαλώ…

Ευχαριστώ.

Δημητράκης”

Ο μικρός ήξερε όμως, ότι ακόμη κι αν έλεγε αλήθεια, αυτό το γράμμα δεν θα του έφερνε το ποδήλατο… Τώρα πια ανησύχησε. Πήγε στην κουζίνα και είπε στη μαμά του ότι ήθελε να πάει στην εκκλησία. Η μαμά σκέφτηκε ότι το “κόλπο” της είχε πιάσει, μιας και είδε τον μικρό να είναι σκεφτικός και λυπημένος.

- Πήγαινε, αλλά να γυρίσεις γρήγορα.

Ο Δημητράκης πήγε στην εκκλησία της γειτονιάς. Μπήκε μέσα κι έριξε μια ματιά γύρω του να δει αν ήταν κανένας άλλος εκεί. Προχώρησε προς το ιερό και βρήκε μια εικόνα της Παναγίας. Πολύ προσεκτικά την ξεκρέμασε, την έχωσε κάτω από το παλτό του κι έφυγε από την εκκλησία τρέχοντας.

Μπήκε γρήγορα στο σπίτι του, χώθηκε στο δωμάτιό του και πήρε μολύβι και χαρτί…

- ΓΡΑΜΜΑ ΠΕΜΠΤΟ -

“Θεέ,

Έχω στα χέρια μου τη μάνα σου. Αν θέλεις να την ξαναδείς, στείλε μου το ποδήλατο…