και κοντά του ήρθε και κάθισε ο Κώστας. Ο Μήτσος όπως ψάρευε κρατούσε στο ένα χέρι το καλάμι και στο άλλο ένα τούβλο.
Αυτό τρέλανε στην περιέργεια τον Κώστα, που γυρνά και τον ρωτά:
- Ρε, γιατί κρατάς το τούβλο;
- Άμα κάτσεις να σε γα****ω, θα σου πω.
- Ουστ από κει, σιγά μην κάτσω! λέει ο Κώστας.
Μετά από πέντε λεπτά πάλι το ίδιο, και πάλι και πάλι, για ώρες.
«Αμα κάτσεις να σε γα****ω, θα σου πω.»
Κοιτάει τριγύρω ο Κώστας, κανένας.
- Καλά, λέει, θα κάτσω να με π******ς, γιατί δεν αντέχω άλλο.
Τον π****ι ο Μήτσος.
- Τώρα πές μου τι το κρατάς το τούβλο!
Και λέει ο Μήτσος:
- Ξέρεις πόσους βλάκες έχω π*****ι με αυτό το τούβλο;