Ο Τοτός έγραψε:
«Το πρωί ξυπνάω, πλένομαι, ντύνομαι, τρώω πρωινό, πηδάω τη βεράντα, πάω σχολείο, γυρνάω σπίτι, τρώω μεσημεριανό, κάνω τα μαθήματά μου, βλέπω τηλεόραση, τρώω βραδινό και κοιμάμαι. Την επόμενη μέρα ξυπνάω, πλένομαι, ντύνομαι τρώω πρωινό, πηδάω τη βεράντα, πάω σχολείο, γυρνάω σπίτι, τρώω μεσημεριανό, κάνω τα μαθήματά μου, βλέπω τηλεόραση, τρώω βραδινό και κοιμάμαι.»
Μόλις το βλέπει αυτό η δασκάλα του Τοτού λέει ότι κάτι δεν πάει καλά και κρίνει ότι πρέπει να δει τους γονείς του Τοτού για να καταλάβει τι του συμβαίνει.
Αποφασίζει λοιπόν να πάει σπίτι του.
Φτάνει στο σπίτι και χτυπά το κουδούνι. Ανοίγει τη πόρτα μια κυρία.
- Καλησπέρα. Εσείς είστε ασφαλώς η μητέρα του Τοτού, λέει η δασκάλα.
- Όχι, εγώ είμαι η Βεράντα! λέει η κυρία.
- Όχι, εγώ είμαι η Βεράντα! λέει η κυρία.