Μία μέρα, ξεκινάει η κοκκινοσκουφίτσα από το σπίτι της, να πάει φαγητό στη γιαγιάκα της

 Επειδή όμως ο δρόμος για το σπίτι της είναι πολύ μακρύς, αποφασίζει να κόψει δρόμο από το δάσος. Καθώς περπατάει ανέμελα ανάμεσα στα δέντρα, ακούει ένα θρόισμα από το θάμνο δίπλα της!Γυρνάει, κι απότομα παραμερίζει τα φύλλα του θάμνου. Και τι να δει; Τον λύκο!

- Γεια σου λύκε,τι κάνεις; του λέει έντρομη.

- Καλά κοκκινοσκουφίτσα, εσύ; απαντάει.

- Μια χαρά, πρέπει να φύγω τώρα, να πάω στη γιαγιάκα μου.

Τρομαγμένη, επιταχύνει το βήμα της, μα λίγα μέτρα παρακάτω, ακούει πάλι έναν ήχο στο θάμνο δίπλα της. Ξαφνιασμένη, κοιτάζει πίσω από τα φύλλα του, και τι να δει; Τον λύκο!

- Γεια σου λύκε, τι κάνεις; του λέει φοβισμένη.

- Καλά, κοκκινοσκουφίτσα, εσύ; της απαντάει.

- Μια χαρά, μα πρέπει να φύγω τώρα και να πάω στη γιαγιάκα μου.

Με την καρδιά της να χτυπάει σαν ταμπούρλο από τον φόβο, επιταχύνει το βήμα της, τρέχοντας σχεδόν. Μα λίγα μέτρα παρακάτω, ακούει πάλι κάτι, από ένα θάμνο δίπλα της. Φοβισμένη, σκύβει και κοιτάζει να δει τι είναι πίαω από το θάμνο, και τι να δει; Τον λύκο!

- Γεια σου λύκε του λέει, τι κάνεις; του λέει τρομαγμένη.

- Ε, άμα πια ρε κοκκινοσκουφίτσα, θα μας αφήσεις να χέσουμε;