Μια κρύα νύχτα του φθινοπώρου


ο γάτος αποφασίζει ότι ο γιος του έχει φτάσει πλέον σε μια ηλικία όπου θα πρέπει να μάθει τι παίζεται με τις γυναίκες. Έτσι φωνάζει το γατάκι και του λέει:
- Γιε μου, σήμερα είναι η μεγάλη μέρα. Σήμερα θα σου μάθω πώς να κάνεις έρωτα!
Χαρά το γατάκι, το οποίο δεν πολυκατάλαβε, αλλά μοιράστηκε τον ενθουσιασμό του γάτου-πατέρα του. Το πιάνει λοιπόν και βγαίνουν έξω στα κεραμίδια.
- Τώρα πρόσεχε καλά, λέει ο πατέρας, θα κάνεις ό,τι κάνω, εντάξει;
- Εντάξει, πατέρα, λέει το γατάκι.
Αρχίζει λοιπόν ο γάτος να νιαουρίζει μεστά και πονεμένα, φωνάζοντας όποια γάτα τύχαινε να βρίσκεται στην περιοχή. Αμέσως μετά το γατάκι, με την ψιλή φωνή προσπαθεί να μιμηθεί τον πατέρα του.
Του κάκου όμως, το κρύο είναι τσουχτερό και καμία γάτα με σώας τας φρένας δεν έχει ξεμυτίσει. Έτσι λοιπόν ο γάτος ξαναδοκιμάζει την τύχη του, νιαουρίζει και πάλι, ακόμα πιο δακρύβρεχτα, από πίσω το γατάκι προσπαθεί να μιμηθεί και πάλι τον πατέρα του. Για μια ακόμα φορά όμως καμία γάτα δεν εμφανίζεται. Ο πατέρας πεισμώνει και αρχίζει να νιαουρίζει συνεχώς, ενώ το γατάκι με δυσκολία προσπαθεί να μιμηθεί τη χροιά του νιαουρίσματος του πατέρα του. Αφού έχει περάσει κάνα τέταρτο συνεχούς νιαουρίσματος, το γατάκι σκουντάει τον πατέρα του στην πλάτη και του λέει:
- Ρε πατέρα, αρκετά γα**σαμε. Δεν πάμε τώρα μέσα γιατί έχω ξεπαγιάσει;

Πάει ο ψυχίατρος να εξετάσει τρεις ασθενείς.

 Ρωτάει τον πρώτο: «Πόσο κάνει 1+1;»
«1000, του απαντάει αυτός».
«Μην το παιδεύεις, του λέει ο γιατρός. Δεν έχεις θεραπευτεί ακόμα».
Ρωτάει τον δεύτερο: «Πόσο κάνει 1+1;»
«Μπλε, του απαντάει εκείνος».
«Άστο, λέει ο γιατρός, Ούτε συ έχεις κάνει καμιά πρόοδο».
Ρωτάει και τον τρίτο: «Πόσο κάνει 1+1;»
«2 του απαντάει αυτός».
«Μπράβο, του λέει ο γιατρός. Για πες μου, πως το βρήκες;»
«Εύκολα, απαντάει ο τρελός. Διαίρεσα το 1000 με το μπλε!!!»

Άκου να δεις τι έγινε χθες


- Τι τι;
- Γνώρισα μία φανταστική γκόμενα σε ένα
μπαρ...
- Για λέγε, για λέγε..
- ...και της είπα να έρθει από το σπίτι για
ποτό, και ήρθε.
- Τι λες τώρα; Για λέγε, για λέγε...
- Ήπιαμε εκεί δυο ποτάκια, ζεστάθηκε η
κατάσταση και ξαφνικά μου λέει.
"Μπορείς σε παρακαλώ αν μου βγάλεις
τη φούστα γιατί με στενεύει;"
- Τι λες τώρα; Για λέγε, για λέγε...
- Της βγάζω λοιπόν τη φούστα, τη
σηκώνω με δύναμη και τη βάζω πάνω στο
γραφείο δίπλα στο καινούργιο laptop.
- Τι λες τώρα; Πήρες καινούριο laptop;

Κάποτε έψαχνε κάποιος αγρότης έναν νταβραντισμένο κόκορα για το κοτέτσι του,

 με τις 180 κότες. Αγοράζει έναν που έμοιαζε αρχοντικός. Μόλις μπαίνει στο κοτέτσι και βλέπει 180 κότες, κάνει "κικιρίκου" και... ψοφάει.
Αγοράζει άλλον, που έδειχνε αγέρωχος, μονομάχος κόκορας, με στιλπνό φτέρωμα. Μόλις μπαίνει στο κοτέτσι, κουτουπώνει 2 κότες, κάνει "κικιρίκου" και ψοφάει.
Απελπισμένος ο τύπος ξαναπηγαίνει στον έμπορο και του λέει:
- Ή μου δίνεις έναν άξιο κόκορα, ή θα σου τα κάνω λαμπόγυαλο!!!
Του δίνει ο έμπορας έναν κόκορα ξεπουπουλιασμένο και καχεκτικό, ένα πλάσμα στα πρόθυρα να πέσει κάτω.
- Δεν ήθελα να σου τον δώσω, γιατί είναι λίγο περίεργος, αλλά μια και επιμένεις...
Παραξενευμένος ο τύπος τον βάζει στο κοτέτσι. Με το που βλέπει τις κότες ο κόκορας, ξαφνικά γεμίζει αέρα, φουσκώνει, γουρλώνουν τα μάτια του, κάνει ΚΙΚΙΡΙΚΟΥΟΥΟΥΟΥΟΥ και παίρνει αμπάριζα, και τρέχοντας πηδάει τη μια κότα μετά την άλλη, ώσπου κάνει το γύρο και των 180 .....δυο φορές! Οι κότες είχανε μείνει στα άχυρα με ένα ηλίθιο χαμόγελο ευτυχίας. Ανήσυχος ο αγρότης πάει να τον πιάσει, αλλά ο κόκορας του ξεφεύγει από το κοτέτσι. Κυνηγώντας τον ο αγρότης, βλέπει σπαρμένο το δρόμο με ζωάκια που είχαν ένα ηλίθιο βλέμμα ευτυχίας: γουρούνια, σκύλους, γάτες, γαϊδούρια, άλογα, πάπιες, χήνες, σκίουρους, αλεπούδες, ακόμα και χελώνες και... σκαντζόχοιρους κι όλα τα ζωάκια του δάσους ανάσκελα!!!
Ώσπου μετά από λίγο, βλέπει τον κόκορα πεσμένο ανάσκελα, ημιθανή με τη γλώσσα έξω κι από πάνω του να φέρνουνε κύκλο καμιά 10αριά όρνια.
Πανικόβλητος που χάνει τέτοιο απίστευτο ζώο, τρέχει κοντά του και τον παρακαλεί:
- Μη μου ψοφήσεις κι εσύ αρχηγέ!!!
Οπότε του απαντάει ο κόκορας:
- Φύγε ρε ηλίθιε... Θα μου διώξεις τα όρνια!

Το παντρεμένο ζευγάρι ταξιδεύει στην εθνική οδό με 80χλμ/ώρα.


Καθώς οδηγεί ο σύζυγος, γυρίζει η σύζυγος και του λέει:
- Γλυκέ μου, είμαστε παντρεμένοι 10 χρόνια αλλά θέλω διαζύγιο.
Ο σύζυγος δε λέει τίποτα παρά αυξάνει την ταχύτητα του αυτοκινήτου σε 100χλμ/ώρα.
Αυτή συνεχίζει λέγοντας:
- Δε θέλω να... αρνηθείς, γιατί τα έχω με τον καλύτερο σου φίλο και είναι πολύ καλύτερος εραστής από εσένα.
Ο σύζυγος παραμένει αμίλητος αλλά αυξάνει την ταχύτητα σε 120χλμ/ώρα.
- Θέλω το σπίτι, συνεχίζει αυτή.
Και η ταχύτητα αυξάνει στα 140χλμ/ώρα.
- Θέλω και τα παιδιά και όλες τις πιστωτικές κάρτες και τους κοινούς λογαριασμούς μας των τραπεζών.
Η ταχύτητα του αυτοκινήτου έχει φτάσει στα 200χλμ/ώρα...
- Εσύ τι θα κρατήσεις;
Και ο σύζυγος κατευθυνόμενος πλέον με ταχύτητα 220χλμ/ώρα, στα ακρόμπαρα του δρόμου, της απαντά:
- Έχω ότι ακριβώς χρειάζομαι. 
- Τι;
- Τον αερόσακο!