Ήταν ένας ορειβάτης και ανέβαινε σε ένα βουνό ψάχνοντας το νόημα της ζωής


Βρίσκει λοιπόν στα πρώτα 1000 μέτρα ένα γέρο και τον ρωτά:
- Ποιο είναι το νόημα της ζωής;
- Δε ξέρω, θα πας 2000 μέτρα πιο πάνω και θα ρωτήσεις κάποιον άλλο.
Πάει λίγο πιο πάνω και ξαναρωτά:
- Ποιο είναι το νόημα τής ζωής; 
- Πήγαινε στο γέρο που θα βρεις 1000 μέτρα πιο πάνω και θα σου το πει στα σίγουρα.
Πάει λοιπόν και ρωτάει το μισοπεθαμένο γέρο:
- Ποιο είναι το νόημα της ζωής;
- Το βουνό παιδί μου.
- Και γιατί να είναι το βουνό και να μην είναι το ποτάμι:
.
.
.
.
- Βρε, λες να ναι το ποτάμι;;;;

Πεθαίνει ένας χασικλής και πάει στην κόλαση…



Όμως η κόλαση δεν ήταν έτσι όπως την είχε φανταστεί, αλλά ένας μακρύς και περίεργος διάδρομος γεμάτος πόρτες.
Κοιτάει την πρώτη πόρτα και έγραφε πάνω: «ΚΟΛΑΣΗ ΓΙΑ ΕΚΒΙΑΣΤΕΣ».
– Χριστέ μου, τι με περιμένει; αναρωτήθηκε.

Πάει παρακάτω και βλέπει μια άλλη πόρτα που έγραφε : «ΚΟΛΑΣΗ ΓΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ».
– Θεέ μου, συγχώρα με, πού ήρθα;
Στο τέλος του διαδρόμου περνώντας πολλές πόρτες, βλέπει μια που έγραφε: «ΚΟΛΑΣΗ ΓΙΑ ΧΑΣΙΚΛΗΔΕΣ». Αρχίζει να ιδρώνει από αγωνία.
Ανοίγει την πόρτα και τι βλέπει;
Τεράστιες ποσότητες χασισιού, βουνά ολόκληρα!!! Δεν πιστεύει στα μάτια του ο χασικλής! Η τύχη του ήταν βουνό!
Πάνω σε ένα βουνό από χασίς καθόταν ένας τύπος ατάραχος και «έστριβε» τσιγαριλίκια. Τον πλησιάζει διστακτικά και του λέει:
– Ρε φιλαράκο, να πάρω λίγο «χόρτο» για να στρίψω και γω ένα τσιγάρο;
– Και το ρωτάς; Πάρε… του λέει αδιάφορα.
Αφού στρίβει το πρώτο τσιγάρο ο χασικλής, μετά από λίγη ώρα του ξαναλέει:
– Ξέρεις, να πάρω λίγο παραπάνω, για να έχω και για το βράδυ να στρίβω τσιγαρλίκια;
– Ακου, λέει. Ολα αυτά δικά μας είναι, ξέρεις. Πάρε χωρίς να ντρέπεσαι.
Παίρνει μπόλικο χόρτο και στρίβει καμμιά δεκαριά τσιγάρα. Χωρίς να το σκεφτεί ξαναρωτάει τον τύπο:
– Μήπως έχεις μια φωτιά για να ανάψω τα τσιγάρα;
Τον κοιτάζει περίεργα ο άλλος και του λέει:
– Ρε φίλε, αν είχαμε και φωτιά εδώ μέσα, θα ήταν παράδεισος !!!

Ο Κύριος Γιώργος είναι 95 ετών



και μένει στο γηροκομείο. Κάθε βράδυ μετά το δείπνο πηγαίνει και κάθεται στην αγαπημένη του καρέκλα στον κήπο αναπολώντας την ζωή του.
Ένα βράδυ τον συνάντησε στον κήπο η 87χρονη Μαρία. Έκατσε δίπλα του κι αρχίσανε να συζητάνε. Μετά από μια σύντομη συζήτηση ο κύριος Γιώργος λέει στην Μαρία:
– Ξέρεις τι έχω ξεχάσει τελείως;
– Τι;
– Το σ*ξ!
– Βρε παλιόγερε! Αφού δεν σου σηκώνεται πια ούτε υπό την απειλή όπλου!

– Το ξέρω! Αλλά θα ήταν πολύ ωραία έστω να μου τον κράταγε κάποια στο χέρι!
Και η Μαρία δέχτηκε. Άνοιξε το φερμουάρ του Γιώργου και πήρε το ρυτιδιασμένο του «πράμα» στο χέρι.
Από κείνη τη μέρα συναντιόντουσαν κάθε βράδυ στον κήπο. Όμως ένα βράδυ η Μαρία δεν βρήκε τον Γιώργο στο γνωστό μέρος που συναντιόντουσαν.
Ανησύχησε (μια και σʼ αυτή την ηλικία τα ατυχήματα είναι συχνά) κι άρχισε να τον αναζητά. Βρήκε τον Γιώργο στην πιο απομακρυσμένη γωνιά του κήπου, και είδε την 89χρονη Σοφία να… κρατάει το «πράμα» του.
Η Μαρία δεν άντεξε και φώναξε με δάκρυα στα μάτια:
– Βρε παλιόγερε! Τι έχει αυτή η τσούλα που δεν το έχω εγώ;
– Πάρκινσον.

Περνάει ένα τύπος με το αυτοκίνητο του


 έξω από το βενζινάδικο της γειτονιάς και βλέπει ένα τεράστιο πανό:
ΜΕ ΚΑΘΕ 10 ΕΥΡΩ ΒΕΝΖΙΝΗ-ΔΩΡΟ ΣΕΞ!
Πάει, βάζει δέκα ευρώ βενζίνη και ρωτάει τον βενζινά:"Λοιπόν, τι θα γίνει με το δώρο;"
"Πείτε έναν αριθμό από το 1 ως το 10" του λέει ο βενζινάς.
"7" λέει αυτός.
"Δυστυχώς χάσατε" του λέει ο βενζινάς, ίσως την επόμενη φορά.
Πάει μετά από λίγο στο καφενείο, βρίσκει έναν γνωστό και του λέει:
"Ρε συ, τι απατεώνας είναι αυτός ο βενζινάς; Δώρο σεξ και κουραφέξαλα, αυτός κοροϊδεύει τον κόσμο!"
"Και εγώ έτσι νόμιζα" του λέει ο γείτονας, "αλλά η γυναίκα μου κέρδισε τρεις φορές!"

Της την πέφτεις;


Πέφτουλας.
Δεν της την πέφτεις; Φλώρος
- Χάθηκαν οι πραγματικοί άντρες.
Κοιτάς βυζιά/κώλο; Λυγούρι.
Δεν κοιτάς βυζιά/κώλο; Πούστης.
Είσαι "αλήτης"; Ψάχνουν καλό παιδί.
Είσαι καλό παιδί;
Σε κρατάνε για φίλο και σου λένε για τους "αλήτες".
Έχεις τριχοφυΐα; Θέλουν ξυρισμένο, όχι πίθηκο.
Ξυρίζεσαι; Αδερφή.
Και κάπως έτσι, η μаλаκία πάει σύννεφο....