Ήταν κάποτε ένας δράκος.

Ποτέ δεν είχε τη συντροφιά κάποιου και περιπλανιόταν σε βουνά και σε σπηλιές.
Άλλωστε τι άλλο να έκανε από το να πετά από το ένα βουνό στο άλλο πότε να συλλογίζεται για την ύπαρξή του και πότε να σκίζει τα βράχια με τα νύχια του και να φυσά φλόγες.

Μια μέρα λοιπόν μια νεράιδα ήρθε και κάθησε στη μύτη του... Ο δράκος ξαφνιάστηκε.
Την κοίταξε στα μάτια και την ρώτησε:

- Δε φοβάσαι μήπως σε φάω;
- Όχι.. είμαι πολύ μικρούλα για να χορτάσεις

- Δε φοβάσαι μήπως σε φυλακίσω για πάντα;
- Όχι...όποτε θέλω εξαφανίζομαι.

- Δε φοβάσαι μήπως σε αγαπήσω;

Η νεράιδα σάστισε, δεν περίμενε αυτή την ερώτηση...όμως του απάντησε
- Όχι...όλοι θέλουν κάποτε να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.

Ο δράκος ένιωσε έντονα την επιθυμία να την αγκαλιάσει...όμως τα νύχια του κάρφωσαν τη μικρή νεράιδα... Θέλησε να τη φιλήσει...η καυτή ανάσα του έκαψε τα φτερά της. Ο δράκος δάκρυσε...όμως τα δάκρυά του την έπνιγαν.

Η μικρή νεράιδα πέθαινε στην αγκαλιά του ...του ψιθύριζε απλά το μυστικό...
...δε φτάνει να θέλεις να αγαπήσεις...
....πρέπει και να μπορείς....

Για να κάνεις ευτυχισμένη μια γυναίκα αρκεί να είσαι:

1. φίλος
2. σύντροφος
3. εραστής
4. αδελφός
5. πατέρας
6. δάσκαλος
7. εκπαιδευτής
8. μάγειρας
9. μαραγκός
10. υδραυλικός
11. μηχανικός
12. διακοσμητής εσωτερικών χώρων
13. στιλίστας
14.. σeξολόγος
15. γυναικολόγος/μαιευτήρας
16. ψυχολόγος
18. ψυχίατρος
19. θεραπευτής
20. τολμηρός
21. τακτικός
22. καλός πατέρας
23. πολύ καθαρός
24. συμπαθητικός
25. αθλητικός
26. στοργικός
27. προσεκτικός
28. ιππότης
29. έξυπνος
30. οραματιστής
31. δημιουργικός
32. γλυκός
33. δυνατός
34. κατανοητικός
35. ανεκτικός
36. ευσυνείδητος
37. φιλόδοξος
38. ικανός
39. θαρραλέος
40. αποφασιστικός
41. έμπιστος
42. γεμάτος σεβασμό
43. παθιασμένος
44. αβρόφρων
45. πολύ πλούσιος
46. να αγαπάς τις αγορές
47. να μην γκρινιάζεις
48. να μην της είσαι βάρος
49. να μην κοιτάζεις άλλες Ταυτόχρονα θα πρέπει να προσέξεις πολύ
50. να μην είσαι ζηλιάρης αλλά ούτε και αδιάφορος
51. να τα πηγαίνεις καλά με την οικογένειά της αλλά να μην αφιερώνεις στην τελευταία περισσότερο χρόνο απ' ό,τι σε αυτή.
52. να της αφήνεις τον χώρο της αλλά να δείχνεις ανήσυχος για το πού πηγαίνει. Είναι επίσης πάρα πολύ σημαντικό:
53. να μην ξεχνάς ημερομηνίες: -επετείων (γάμου, αρραβώνων, πρώτης συνάντησης...) -πτυχίου (αν υπάρχει) -ονομαστικής εορτής (αν υπάρχει)

Δυστυχώς ακόμη κι αν ανταποκρίνεσαι πλήρως στις παραπάνω απαιτήσεις, κανείς δεν μπορεί να σου εγγυηθεί 100% πως θα την κάνεις ευτυχισμένη, διότι μπορεί να αισθανθεί φυλακισμένη σε ένα βίο αποπνικτικής τελειότητας από τον οποίο να θελήσει να απελευθερωθεί δραπετεύοντας με το πρώτο κ*λόπαιδο που θα παρουσιασθεί μπροστά της.

Τάκη γιατί περπατάς σα χεσμένος;

- Αστα ρε μαλάκα, πονάει ο κώλος μου...
- Γιατί, τι έγινε;
- Εκεί που περπατούσα χτες βράδυ για να ξεχάσω τον χωρισμό μου με την Καιτούλα, σκοντάφτω σε ενα παλιό λυχνάρι, βγαίνει ένα τζίνι και μου λέει"Εχεις μια ευχή"
- Ελα ρε!!! καλά, και τι του είπες;.
-"Γάμησε μας και συ βραδιάτικα"

Ένας άντρας και μια γυναίκα γνωρίζονται πάνω από ένα τραπέζι ρουλέτας

στο Λας Βέγκας. Ερωτεύονται παράφορα, και μετά από ένα βράδυ γεμάτο σεξ και αλκοόλ, οδηγούνται σε ένα διανυκτερεύον παρεκκλήσι και παντρεύονται.
Την επόμενη μέρα, αφού χαρούν τον έρωτα τους, αποφασίζουν να κάνουν ένα διάλειμμα και να ξεκουραστούν στην πισίνα του roof garden. Πράγματι, φτάνουν εκεί και ξαπλώνουν νωχελικά σε δύο ξαπλώστρες. Κάποια στιγμή, ο άντρας σηκώνεται και λέει: «Αγάπη μου, με συγχωρείς, πάω λίγο να ξεμουδιάσω». «Ναι γλυκέ μου» του απαντά αυτή, και ο τύπος ανεβαίνει στον χαμηλό βατήρα για τις βουτιές.
Πλησιάζει στην άκρη, κάνει ένα άλμα, περιστρέφεται μιάμιση φορά γύρω από τον εαυτό του και καταλήγει στο νερό εντελώς κάθετα, χωρίς να πεταχτεί σχεδόν ούτε σταγόνα. Οι παρευρισκόμενοι το σχολιάζουν χαμογελαστά, εκείνος βγαίνει από το νερό και ανεβαίνει στον βατήρα των 3 μέτρων .
Πηδάει, κάνει δύο τούμπες, μια περιστροφή γύρω από τον άξονα του και καταλήγει στο νερό όπως και πριν, άψογα. Οι υπόλοιποι έχουν πλέον εντυπωσιαστεί, ο τύπος ξαναβγαίνει και σκαρφαλώνει στον ψηλότερο βατήρα, των 10 μέτρων. Καθώς το πλήθος μουρμουρίζει με δέος, ο τύπος πλησιάζει στην άκρη με την πλάτη προς την πισίνα, πηδάει, κάνει τρεις τούμπες και δύο περιστροφές πριν καταλήξει στο νερό, με μόνο έναν μικρό πίδακα να αποκαλύπτει πως κάποιος βούτηξε. Καθώς ο κόσμος τον καταχειροκροτεί εκστασιασμένος, ο τύπος επιστρέφει χαλαρά στην ξαπλώστρα του, σκουπίζεται και ξαπλώνει.
Η νέα του σύζυγος του λέει: «Ξέρεις αγάπη μου, με εντυπωσίασες».
«Είναι πολλά που δεν ξέρεις για μένα», της απαντά εκείνος.
«Δηλαδή;» τον ρωτά.
«Χρυσός ολυμπιονίκης καταδύσεων στο Σίδνεϊ» της λέει με το χαμόγελο του επιτυχημένου.
«Μπράβο αγάπη μου. Αλλά κι εγώ πιάστηκα λίγο, λέω να ξεμουδιάσω» του λέει εκείνη και σηκώνεται.
Πλησιάζει την άκρη της πισίνας, δοκιμάζει με το πόδι της διστακτικά τη θερμοκρασία του νερού, κατεβαίνει προσεκτικά από τη σκάλα στο νερό και... αρχίζει να κολυμπάει γρήγορα την πισίνα πάνω-κάτω, πάνω-κάτω!
Αυτό συνεχίζεται για πέντε, δέκα, είκοσι, τριάντα λεπτά, με την τύπισσα να μην κόβει καθόλου ρυθμό αλλά να συνεχίζει ακούραστη. Περίπου μια ώρα μετά, και ενώ όλοι οι παρευρισκόμενοι έχουν χαζέψει, η τύπισσα που δεν έχει ούτε καν επιβραδύνει, ξαφνικά πλησιάζει τη σκάλα και βγαίνει, χωρίς να έχει καν λαχανιάσει. Μέσα σε αποθέωση από τον κόσμο, σκουπίζεται και ξαπλώνει δίπλα στον καλό της, ο οποίος την κοιτά απορημένος.
«Και εσύ με εντυπωσίασες, αγάπη μου», της λέει.
«Είναι πολλά που κι εσύ δεν ξέρεις για μένα», του απαντά ήρεμα αυτή.
«Δηλαδή;» τη ρωτά. Και εκείνη, ατάραχη:
«Πουτάνα στη Βενετία»!!!

Η Οικογένειά μου.

Με λένε Χρηστάκη και το σπίτι μου είναι ένα μπ******λο. Εγώ δε ξέρω τι είναι μπ******λο, ρώτησα τη δασκάλα και δε μου έλεγε, αλλά ο μπαμπάς έτσι λέει όταν φτάνει το βράδυ σπίτι: «Πάλι μπ******λο είναι το σπίτι», και μετά βρίζεται με τη μαμά. Εγώ αγαπώ το σπίτι μου, άρα νομίζω ότι το μπ******λο είναι κάτι καλό.
Μάλλον πρέπει να λένε μπ******λα τα παλιά σπίτια με πολλά άτομα μέσα και παιχνίδια πεταμένα στο σαλόνι και πολλά παιδάκια να τρέχουν εδώ κι εκεί.
Λέω στη μαμά να με πάει σε μπ******λο για να δω, για να δω της το λέω, αλλά αυτή με δέρνει.
Εγώ με τα αδέρφια μου μένουμε στα τρία υπνοδωμάτια του σπιτιού. Οι γονείς μας μένουν στο σαλόνι.
Εγώ είμαι δέκα χρονών, κι έχω 4 αδερφές πιο μικρές και 7 αδέρφια πιο μεγάλα, τέσσερους αδερφούς και τρεις αδερφές. Δεν θυμάμαι ολωνών τα ονόματα, ελπίζω να μη με μαλώσετε. Κοιμάμαι στο δωμάτιο με τους τέσσερους αδερφούς μου, στο άλλο κοιμούνται οι αδερφές μου και στο άλλο πάλι οι αδερφές μου.
Όσοι ξένοι έρχονται σπίτι και μας βλέπουν όλα μαζί γελάνε και λένε μπράβο και άλλα τέτοια, και άλλοι αστειεύονται και λένε να κάνουμε ομάδα ποδοσφαίρου. Ο αδερφός μου ο Πέτρος τότε τσατίζεται και τους βρίζει, «Αυτή τη μ*****α την έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές», και ο ξένος ξινίζει τα μούτρα του.
Ο Πέτρος είναι 20 χρονών. Έχει τελειώσει το σχολείο και πάει πανεπιστήμιο. Ρώτησα τη μαμά τι είναι πανεπιστήμιο, μου είπε ότι είναι σαν το σχολείο, αλλά μεγαλύτερο. Εγώ όμως δεν το πιστεύω. Νομίζω ότι θα μοιάζει πιο πολύ με το σπίτι μας. Το λέω αυτό γιατί μια φορά ήρθε ο Πέτρος σπίτι και πέταξε την τσάντα του στο πάτωμα και φώναξε: «Το κλείσαν το μπ******λο!» Αρα το πανεπιστήμιο πρέπει να είναι ένα μέρος με πολλά παιδιά και πολλή φασαρία και να είναι παλιό και να μην έχει λάμπα στο διάδρομο.
Εγώ με τα αδέρφια μου μας αρέσει να παίζουμε στο σαλόνι. Εκεί είναι και το κασετόφωνο και ακούμε μουσική. Συνήθως μαλώνει ο Γιώργος με την αδερφή μου που δε θυμάμαι πώς τη λένε κι ελπίζω να μη με μαλώσετε, για το τι μουσική θα ακούσουνε.
Καμιά φορά ακούει μουσική η αδερφή μου που δε θυμάμαι πώς τη λένε κι ελπίζω να μη με μαλώσετε και τραγουδά εκεί μια και λέει ότι υποφέρει πολύ, και τότε μπαίνει στο σαλόνι ο Γιώργος και λέει «τι παπάρες ακούς ρε πάλι» και αλλάζει την κασέτα και τότε ακούγονται κάτι ντάπα ντούπα και τα άλλα παιδιά φεύγουν από το δωμάτιο, αλλά εγώ μένω γιατί μετά αρχίζουν να βρίζονται κι εγώ γελάω πολύ.
Η αδερφή μου -μη με μαλώσετε- λέει το Γιώργο κάφρο κι ο Γιώργος τη λέει σκυλί. Αρα έχουμε και κατοικίδια στο σπίτι μας, που είναι μπ******λο. Το βράδυ ο μπαμπάς και η μαμά αρρωσταίνουν. Γι αυτό και δεν μας αφήνουν να πηγαίνουμε στο σαλόνι το βράδυ, για να μην κολλήσουμε κι εμείς. Και η μαμά και ο μπαμπάς φωνάζουν σα να πονάνε, πιο πολύ η μαμά. Εγώ θέλω να πάω να δω τι πάθανε, αλλά τα αδέρφια μου δεν με αφήνουν. Θα φοβούνται κι αυτοί μήπως κολλήσω κι εγώ.
Πάντως μια φορά που πήγα κρυφά στο σαλόνι είδα τη μαμά και τον μπαμπά να έχουν κολλήσει ο ένας πάνω στον άλλο, και φώναζαν, επειδή δεν μπορούσαν να ξεκολλήσουν. Έτρεξα τότες κι εγώ να βοηθήσω να ξεκολλήσουν, αλλά ο μπαμπάς όταν με είδε τσατίστηκε και με είπε μαλακισμένο και μου είπε φύγε και μου πέταξε και την παντόφλα. Θα φοβήθηκε κι αυτός μήπως κολλήσω κι εγώ.
Την επομένη ο Πέτρος μου είπε ότι είμαστε δώδεκα αδέρφια επειδή δεν έχουμε τηλεόραση, αλλά εγώ δεν τον κατάλαβα.
Φτάνει τόση η έκθεση;