Κάτ’ απ’ το παραθύρι σου ήρθα για να τη παίξω


τραβάω λοιπόν το φερμουάρ και την πετάω έξω.
Σε φώναξα αγάπη μου να βγεις να δεις τι κάνω,
(στο μεταξύ τη κρέμασα στον ώμο μου επάνω).
Βγήκες, την είδες, τά ‘χασες. Σου φάνηκε μεγάλη
γιατί εσύ από κοντά, ποτέ δεν είδες άλλη.
Δειλά - δειλά ξεκίνησα μπροστά σου να την παίζω
με γλύκα της φερόμουνα χωρίς να την πιέζω.
Κι όσο η ώρα πέρναγε, την έπαιζα με πάθος
άνετα και πιο γρήγορα, χωρίς να κάνω λάθος.
Εσύ μου χαμογέλασες και μού πες «παίχ’ την κι άλλο,
μη σταματάς αγάπη μου,» και μού ‘κανες σινιάλο.
Το μάτι σου μου έκλεισες κι ένα φιλί μου στέλνεις
μα από αυτήν τα μάτια σου με τίποτα δεν παίρνεις.
Και τα λεπτά κυλούσανε κι εγώ την παίζω κι άλλο
με τίποτα δεν ήθελα, κει πού 'ταν, να τη βάλω.
Ξάφνου σ’ ένα παράθυρο, βγαίνει μία γυναίκα
και γύρω εκεί στη γειτονιά, βγήκαν και άλλοι δέκα.
Και η γυναίκα φώναξε: «Τί κάνεις ρε παπάρα;
μέσα στο δρόμο ώρα τρεις κι εσύ παίζεις κιθάρα;

Γίνε ο,τι θέλεις.


Ένας ονειροπόλος. Ένας ανέντακτος, Ένας αραχτός.
Ένας ερευνητής. Ένας ακτιβιστής. Ένας ανύπαρκτος.
Ένας θεατής. Ένας δάσκαλος.
Μόνο αυτό, που προσπαθούν με τόσο πείσμα να σε κάμουν, πρόσεξε μη γίνεις.
Ένας χρήσιμος ηλίθιος...

Aλκυόνη Παπαδάκη

Είναι ένα ζευγάρι του χώρου, ο τύπος αναρχικός, η τύπισσα αριστερίστρια


και μένουν σ” ένα δυαράκι στη Ζωοδόχου Πηγής. Μια μέρα που κάθονταν στο σπίτι και παντοφλιάζανε τρώγοντας πίτσα και βλέποντας ταινία τους τελείωσαν τα τσιγάρα.

Λέει το λοιπόν ο τύπος «θα πάω εγώ», παίρνει τη μηχανή και κατεβαίνει προς την πλατεία. Όπως κατεβαίνει την Αραχώβης βλέπει μια κοπέλα να του κάνει νόημα. Σταματάει και αυτή τον ρωτάει που είναι το «Πωλείται». Προσπαθεί να της εξηγήσει (τρίτο στενό δεξιά και πρώτο αριστερά και δε συμμαζεύεται και τα ρέστα…) αλλά η κοπελιά δε δείχνει να καταλαβαίνει.
Της λέει δίπλα είναι, ανέβα να σε πάω. Ανεβαίνει όντως αυτή, την πηγαίνει, «α, του λέει αυτό είναι; Ξενέρωσα, δεν πολυγουστάρω τη φάση, και είναι και δίπλα στο σπίτι μου, εδώ δίπλα στη Φειδίου μένω, δε με πας μέχρι εκεί;»
Την πάει ο τύπος, του λέει αυτή» σε παίδεψα ανέβα να σε κεράσω ένα ποτό», της λέει βιάζομαι, βγήκα να πάρω τσιγάρα και με περιμένει η κοπέλα μου, «έλα ρε του λέει ανέβα για μισό», τι να κάνει αυτός ανεβαίνει, το μισό
γίνεται ένα, πιάνουν κουβέντα, πίνουν δυο τρία, αρχίζουν να χαμουρεύονται, παίζει και το σχετικό σεξάκι και ξαφνικά ο τύπος συνειδητοποιεί ότι έχει βγει για τσιγάρα και έχει αργήσει τρεις ώρες.
Σηκώνεται και φεύγει και πλακώνεται με χίλια με την μηχανή, περνάει από την πλατεία, παίρνει εκείνα τα ρημαδοτσιγάρα που λέγαμε και επιστρέφει στο σπίτι σκεπτόμενος «τι θα κάνω τώρα, θα με σκίσει η άλλη». Κάποια στιγμή τρώει ένα φλας, σταματάει τη μηχανή, βγάζει το σωληνάκι και αρχίζει να πασαλείβεται με βενζίνη, δεξί χέρι, αριστερό χέρι. Ξανανεβαίνει στη μηχανή και φτάνει στο σπίτι.
- Άντε ρε, τι έγινες , τον ρωτάει η καλή του.
- Άσε της λέει έμπλεξα. Όπως κατέβαινα πλατεία μου κάνει νόημα μια κοπέλα που ήθελε να πάει στο «Πωλείται» και δεν το έβρισκε, της λέω ανέβα να σε πάω, δεν της άρεσε οπότε την πήγα μέχρι το σπίτι της, μου είπε να με κεράσει ένα ποτό, ανέβηκα, ε, χαμουρευτήκαμε λίγο, το κάναμε κιόλας…
Και του απαντάει η άλλη:
Άσε ρε σε ποιον τα πουλάς αυτά; Πάλι μπουκάλια σε μπάτσους ρίχνατε

Ένα αντρόγυνο μαλώνει στο αυτοκίνητο.


Μετά από καυγά ο άντρας βλέπει δύο γαϊδούρια και λέει στη γυναίκα του:
- Συγγενείς σου είναι;
Και η γυναίκα του απαντάει:
- Ναι. Τα πεθερικά μου!

Δύο φίλοι παίζουν γκολφ


Ο ένας από τους δύο αστοχεί και αρχίζει να βρίζει..
- (.....) να πάρει, αστόχησα!
- Μη βρίζεις γιατί ο Θεός σε βλέπει, σε ακούει και θα σε τιμωρήσει.
Μετά από λίγο ξανααστοχεί και βρίζει πάλι..
- (.....) να πάρει, αστόχησα!
- Μη φέρεσαι έτσι γιατί ο Θεός θα σου στείλει κακό σημάδι..
Ο νευρικός τύπος αστοχεί και πάλι και συνεχίζει..
- (...) να πάρει αστόχησα!
Ξαφνικά πέφτει ένας κεραυνός αλλά χτυπάει τον άλλο παίχτη και ακούγεται μια φωνή από τα σύννεφα:
- Να πάρει, αστόχησα..

Ο ξενιτεμένος στην Αμερική γιος, γράφει στη μαμά του:


"Μαμά, επιτέλους αποκτήσαμε παιδί. Αλλά η γυναίκα μου δεν έχει γάλα και αναγκαστήκαμε να δίνουμε στο μωρό γάλα από μια μαύρη αγελάδα, με αποτέλεσμα κάθε μέρα που περνάει το παιδί μας όλο και μαυρίζει".
Και η μητέρα του απαντάει:
"Γιόκα μου, κι εγώ δεν είχα γάλα όταν γεννήθηκες εσύ, κι αναγκαστήκαμε να σου δίνουμε γάλα από την κατσίκα.Αλλά όπως καταλαβαίνω τα κέρατα τώρα τα βγάζεις..."

Τι είναι ο κλαρινογαμπρός;


Ύστερα από έρευνα... Δίνουμε απάντηση στο τι ορίζεται ως κλαρινογαμπρός:
Υλικά:
1 Μπλουζάκι με βαθύ V για να φαίνεται το καλοξυρισμένο στήθος
1 Τατουάζ
1 Μούσι
Γνωριμίες
1 Νυχτερινό μαγαζί
1 Φίλος φωτογράφος
Προετοιμασία:
Αφήνετε μούσι ενός μήνα, κάνετε το κούρεμα–κλαρίνο και χτυπάτε ένα τατουάζ σε εμφανές σημείο. Όσο λιγότερο νόημα έχει το τατουάζ, τόσο το καλύτερο. Φοράτε το μπλουζάκι και βγαίνετε.
Εκτέλεση:
Πηγαίνετε στο νυχτερινό μαγαζί που ξέρετε τον μπάρμαν και τον πορτιέρη. Μπαίνοντας αγκαλιάζεστε με τον πορτιέρη, ανταλλάζετε 2–3 εξυπνάδες. Πλησιάζετε στο μπαρ...
Το κολλάτε με τον μπάρμαν, ενώ ρίχνετε ματιές αριστερά δεξιά να δείτε αν σας κοιτούν οι γυναίκες του μαγαζιού. Παραγγέλνετε ένα ποτό, το οποίο το ρουφάτε σιγά–σιγά, για να σας κρατήσει όλο το βράδυ. Λογικά, ο μπάρμαν θα κεράσει και κανένα σφηνάκι.
Φωνάζετε το φωτογράφο του μαγαζιού. Ζητάτε να σας φωτογραφήσουν μαζί με τους τριγύρω μαϊντανούς. Αν στη φωτογραφία βρίσκεται και κανένα γκομενάκι, ακόμα καλύτερα. Βγάζετε τη γλώσσα έξω, κάνετε και μια γκριμάτσα και περιμένετε την επόμενη μέρα, όταν θα ανεβάσετε τη φωτογραφία στο Facebook, για να κάνετε tag τον εαυτό σας και φυσικά... like.
Οι πολλές γνωριμίες βοηθούν στο να αυξηθεί ο αριθμός στα like. Το ίδιο και τα γκομενάκια.
Συγχαρητήρια! Είστε κι εσείς ένας περιζήτητος Νεοέλληνας γαμπρός.

Ένας Κρητικός ο Σήφης, όπως κάνει κάθε χρόνο


έχει συμπληρώσει τη φορολογική του δήλωση και πριν την καταθέσει την πάει στον...

 κουμπάρο του τον λογιστή για ένα έλεγχο.

Ιδίως φέτος που λόγω τρόικας, έχουν σφίξει τα πράγματα και έχει ένα ψάρωμα παραπάνω!

Ο λογιστής τσεκάρει προφορικά πίνοντας τη ρακή που έχει έρθει στο τραπέζι, κάνοντας τις συνήθειες ερωτήσεις:

Έβαλες το σπίτι? Βέβαια απαντά ο κουμπάρος.
Έβαλες το εξοχικό σπίτι? Βέβαια απαντά ο κουμπάρος.
Έβαλες τις ελιές? Βέβαια ξαναπαντά ο κουμπάρος.
Έβαλες το κοπέλι που σπουδάζει στην Αθήνα?
Ε βέβαια το κοπέλι θα λησμονούσα?
Έβαλες το αγροτικό και το άλλο αμάξι της γυναίκας σου?
Βέβαια ρε κουμπάρε όπως κάθε χρόνο!
Έβαλες την γκόμενα που έχεις δηλ. τη γυναίκα του Μανωλιού?
Κάγκελο ο παίχτης.

Τι εννοείς ρε κουμπάρε ρωτάει.

Απαντά ο γνώστης λογιστής:

από φέτος όσοι έχουν γκόμενα την δηλώνουν στην εφορία .

Σκεπτικός ο παίχτης ξύνει το κεφάλι του αμήχανα για μερικά δευτερόλεπτα και απαντά τοποθετούμενος ως εξής:

Την γκόμενα θα τη δηλώσει αυτός που έχει τη ψιλή κυριότητα, εγώ έχω μόνο την επικαρπία!

Πάνε δυό φίλοι, ο Μήτσος και ο Κώστας, στο βουνό για ορειβασία


και πέφτουν σε μια χιονοθύελλα τρομερή. Για καλή τους τύχη πετυχαίνουν εκεί κοντά σε ένα χωριό ένα σπίτι και ζητούν καταφύγιο για να περάσουν την νύχτα. Τους προκύπτει εκεί πέρα μια ωραία χήρα και τους λέει ότι για λόγους κουτσομπολιού δεν μπορούν να μείνουν στο σπίτι, αλλά στον στάβλο που είναι άδειος και καθαρός. Φυσικά οι τύποι δέχονται, άλλωστε είχαν και τον κατάλληλο εξοπλισμό: υπνόσακκο, κάριματ, θερμικά εσώρουχα, ρούχα κλπ. Βολεύονται λοιπόν την νύχτα και γυρίζουν μετά στην Αθήνα. Μετά από εννιά μήνες έρχεται ένας δικηγόρος στον Κώστα σταλμένος από την χήρα, του λέει κάτι και παθαίνει ζημιά! Τηλεφωνεί λοιπόν στον Μήτσο να ρωτήσει:
- Έλα ρε Μήτσο, θυμάσαι την ωραία χήρα που μας φιλοξένησε;
- Φυσικά, γιατί ρωτάς;
- Μήπως ρε το βράδυ που κοιμόμουνα πήγες στο σπίτι της και την πήδηξες;
- Μμμ, ναι, δεν μπορούσα να συγκρατηθώ.
- Μάλιστα, μήπως της έδωσες και το δικό μου όνομα για δικό σου;
- Ναι, ρε συγγνώμη, ελπίζω να μην σε πειράζει.

- Όχι, καθόλου γιατί πέθανε και μου άφησε όλη την περιουσία της!...

Μάσκα ομορφιάς


2 ακτινίδια
2 μήλα
500ml βότκα
1 κουταλιά ζάχαρη
Στύβεις φρούτα,βάζεις ζάχαρη,πάγο και βότκα
Πίνεις.......
Ολες ειναι ΘΕΕΣ...!