Γιατρέ, μήπως επιτρέπεται να πιώ λίγη τσικουδιά;


- Μα αφού σας είπεχθες ότι απαγορεύεται! Γιατί με ξαναρωτάτε;

- Να, σκέφτηκα μήπως εξελίχθηκε από τότε η ιατρική επιστήμη

Όταν ο Θεός δημιούργησε τα έθνη



έδωσε στο κάθε έθνος από δύο αρετές... Έτσι, έκανε τους Αμερικάνους τακτικούς και νομοταγείς, τους Γερμανούς αποφασιστικούς και μελετηρούς, τους Ιάπωνες εργατικούς κι υπομονετικούς. Για τους Ελληνες είπε: - θα είναι...
έξυπνοι, τίμιοι και θα δουλεύουν στο δημόσιο.

Όταν τελείωσε τη δημιουργία του Κόσμου τον πλησίασε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ και του είπε:

- Κύριε, έδωσες σε όλα τα έθνη από δύο αρετές αλλά στους Ελληνες έδωσες τρεις.

Αυτό θα τους κάνει πολύ ισχυρούς και θα διαταράξει τις ισορροπίες πάνω στη γη.

- Εχεις δίκιο Γαβρίλε, είπε ο Κύριος.

Στάθηκα απρόσεχτος κι αυτή μου η απροσεξία θα κάνει τους Έλληνες να κυριαρχήσουν σε όλο τον κόσμο.

Κάτι πρέπει να κάνω αλλά δεν μπορώ να ανακαλέσω τις αρετές που τους έδωσα.

Το βρήκα. Θα παραμείνουν και οι τρεις αρετές αλλά κάθε Ελληνας θα μπορεί να κάνει χρήση μόνο των δύο.

Κι έτσι κι έγινε.

Αν ένας Ελληνας είναι τίμιος και δουλεύει στο δημόσιο δεν είναι έξυπνος,

αν είναι έξυπνος και δουλεύει στο δημόσιο δεν είναι τίμιος,

κι αν είναι έξυπνος και τίμιος δεν δουλεύει στο δημόσιο.

Μία μέρα, ξεκινάει η κοκκινοσκουφίτσα από το σπίτι της, να πάει φαγητό στη γιαγιάκα της

 Επειδή όμως ο δρόμος για το σπίτι της είναι πολύ μακρύς, αποφασίζει να κόψει δρόμο από το δάσος. Καθώς περπατάει ανέμελα ανάμεσα στα δέντρα, ακούει ένα θρόισμα από το θάμνο δίπλα της!Γυρνάει, κι απότομα παραμερίζει τα φύλλα του θάμνου. Και τι να δει; Τον λύκο!

- Γεια σου λύκε,τι κάνεις; του λέει έντρομη.

- Καλά κοκκινοσκουφίτσα, εσύ; απαντάει.

- Μια χαρά, πρέπει να φύγω τώρα, να πάω στη γιαγιάκα μου.

Τρομαγμένη, επιταχύνει το βήμα της, μα λίγα μέτρα παρακάτω, ακούει πάλι έναν ήχο στο θάμνο δίπλα της. Ξαφνιασμένη, κοιτάζει πίσω από τα φύλλα του, και τι να δει; Τον λύκο!

- Γεια σου λύκε, τι κάνεις; του λέει φοβισμένη.

- Καλά, κοκκινοσκουφίτσα, εσύ; της απαντάει.

- Μια χαρά, μα πρέπει να φύγω τώρα και να πάω στη γιαγιάκα μου.

Με την καρδιά της να χτυπάει σαν ταμπούρλο από τον φόβο, επιταχύνει το βήμα της, τρέχοντας σχεδόν. Μα λίγα μέτρα παρακάτω, ακούει πάλι κάτι, από ένα θάμνο δίπλα της. Φοβισμένη, σκύβει και κοιτάζει να δει τι είναι πίαω από το θάμνο, και τι να δει; Τον λύκο!

- Γεια σου λύκε του λέει, τι κάνεις; του λέει τρομαγμένη.

- Ε, άμα πια ρε κοκκινοσκουφίτσα, θα μας αφήσεις να χέσουμε;

Πάει ο παππούς στον φαρμακοποιό...


Με ένοχο ύφος τον πλησιάζει και του μιλάει στο αυτί

- Θα ήθελα ένα τεταρτάκι βιάγκρα...

- Γιατί ένα τεταρτάκι παππού? Πάρε δύο ολόκληρα να το ευχαριστηθείς κι εσύ μετά απο τόσο καιρό!!!

- Μπά...ένα τεταρτάκι θέλω.....ίσα ίσα για να μην κατουράω τα παπούτσια !!!

Μπαίνουν δύο φίλοι σε ένα μπαρ


στην Αλάσκα και ρωτάνε τον μπάρμαν:
- Ρε φίλε, άσπρες γυναίκες έχετε εδώ;
- Φυσικά και έχουμε.
- Μαύρες γυναίκες έχετε;
- Και βέβαια.
- Ασπρόμαυρες γυναίκες έχετε;
- Ασπρόμαυρες; Όχι, ασπρόμαυρες δεν έχουμε!
Γυρνάει αυτός που ρώτησε και λέει στον φίλο του:
- Στο είπα, ρε μαλάκα, πιγκουίνο γάμησες χτες το βράδυ...